en-academic.com en-academic.com
en-academic.com
  • EN
    • RU
    • DE
    • ES
    • FR
  • Remember this site
  • Embed dictionaries into your website

Academic Dictionaries and Encyclopedias

 
  • Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό)
  • Interpretations

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό)

προσ - πυρό

  • πρός
  • προσάββατον
  • προσαγάλλω
  • προσάγαμαι
  • προσαγανακτέω
  • προσαγγελία
  • προσαγγέλλω
  • προσάγγελμα
  • προσαγγελτής
  • προσαγελάζω
  • προσάγιος
  • προσαγκαλίζομαι
  • προσαγκυλόομαι
  • προσαγλαΐζομαι
  • προσαγνοέω
  • προσάγνυμαι
  • προσαγοράζω
  • προσαγόρευμα
  • προσαγόρευσις
  • προσαγορευτέος
  • προσαγορευτικός
  • προσαγορεύω
  • προσαγριαίνω
  • προσαγρυπνέω
  • προσάγω
  • προσαγωγεῖον
  • προσαγωγεύς
  • προσαγωγή
  • προσαγώγιον
  • προσαγωγίς
  • προσαγωγός
  • προσαγωνίζομαι
  • προσαδικέω
  • προσᾴδω
  • προσαθροίζω
  • προσαθυμέω
  • προσαθύρω
  • προσαιθρίζω
  • προσαικάλλω
  • προσαικίζομαι
Страницы
  • следующая →
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
  • 5
  • 6
  • 7
  • 8
  • 9
  • 10
  • 11
  • 12
  • 13
  • 14
  • 15
  • 16
  • 17
  • 18
  • 19
  • 20
  • 21
  • 22
  • 23
  • 24
  • 25
  • 26
  • 27
  • 28
  • 29
  • 30
  • 31
  • 32
  • 33
  • 34
  • 35
  • 36
  • 37
18+
© Academic, 2000-2025
  • Contact us: Technical Support, Advertising
Dictionaries export, created on PHP,
Joomla,
Drupal,
WordPress, MODx.